Είναι συνταγματική η δήμευση περιουσίας;

Ως αρχηγός ακόμη της αντιπολίτευσης ο Γιώργος Παπανδρέου είχε αναφερθεί στη λήψη δραστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της εκτεταμένης διαφοράς στο δημόσιο. Συγκεκριμένα, μιλώντας στις 2 Ιουνίου στη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου του Κινήματος έκανε τέσσερις προτάσεις μεταξύ των οποίων και η δήμευση περιουσιακών στοιχείων πολιτικών, τα οποία δεν προκύπτουν από τη δήλωση περί «πόθεν έσχες».
Η πρόταση αυτή επαναλήφθηκε πολλές φορές από τότε, ως προεκλογική και μετά τις 4 Οκτώβρη και ως κυβερνητική δέσμευση.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το μέτρο αυτό είναι αποτελεσματικό γιατί λειτουργεί αποτρεπτικά. Κάθε αποτελεσματικό μέτρο δεν είναι όμως πάντα και εφαρμόσιμο.
Η δήμευση περιουσίας είναι αντίθετη με το Σύνταγμά μας και την Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ο καθ΄ ύλην αρμόδιος υπουργός και οι συνταγματικοί και νομικοί σύμβουλοι του πρωθυπουργού όφειλαν να τον προστατεύσουν. Πριν ο πρωθυπουργός δεσμευτεί δημόσια, όφειλαν να τον έχουν ενημερώσει για ενδεχόμενα συνταγματικά κωλύματα και να του έχουν προτείνει λύσεις αποτελεσματικές και εφαρμόσιμες.
Ήδη στην πρώτη δέσμη μέτρων για την πάταξη της διαφθοράς που εξήγγειλε στις 10/12 o υπουργός Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, περιλαμβάνεται και δήμευση περιουσιακού στοιχείου, αν ο ελεγχόμενος υποβάλλει εν γνώσει του ανακριβή στοιχεία στη δήλωση της περιουσιακής του κατάστασης.
Στον ισχύοντα νόμο 3213/2003 του οποίου την συμπλήρωση ανήγγειλε ο κ. Καστανίδης, με τη ψήφιση διάταξης που θα προβλέπει τη δήμευση περιουσίας, τέτοια διάταξη υπάρχει. Είναι η 2 του άρθρου 4 η οποία ορίζει: “Αν το περιουσιακό όφελος του προσώπου, που καταδικάσθηκε είναι κινητό ή ακίνητο πράγμα ή ιδανικό μέρος πράγματος ή ορισμένο χρηματικό ποσό διατάσσεται ως παρεπόμενη ποινή η δήμευση.” Η διάταξη αυτή ποτέ δεν εφαρμόσθηκε, όπως και καμία άλλη, ούτε καμία από τις προβλεπόμενες κυρώσεις επιβλήθηκε.
Το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται ούτε με τους ισχύοντες νόμους, ούτε με τη συμπλήρωσή τους, ούτε με την ψήφιση νέων, αλλά με την εφαρμογή τους.
Και η εφαρμογή τους είναι έργο της δικαιοσύνης. Μιάς δικαιοσύνης όμως πραγματικά ανεξάρτητης, αξιόπιστης, αντικειμενικής και προπάντων αποτελεσματικής.
Η δικαιοσύνη σήμερα, με διεφθαρμένους, επίορκους, ανεπαρκείς και αγράμματους λειτουργούς στους κόλπους της, δεν παρέχει εγγυήσεις δίκαιης και αντικειμενικής κρίσης.
Προέχει λοιπόν η αποκατάσταση του κύρους και της αξιοπιστίας της δικαιοσύνης.